Αρκτικόλεξο ή Ακρωνύμιο ονομάζεται ο σύντομος τρόπος γραφής μιας επωνυμίας ή και φράσης, ο οποίος παράγεται από τα αρχικά γράμματα ή τις συλλαβές των λέξεών της.
Το χρησιμοποιούμε κυρίως για την προφορά ονομάτων οργανισμών, σωματείων, υπηρεσιών κ.ά και γράφεται πάντα με κεφαλαία γράμματα. Για παράδειγμα: Ο.Τ.Ε. (Οργανισμός Τηλεπικοινωνιών Ελλάδος), Δ.Ε.Η. (Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού), Ε.Μ.Π. (Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο), Ο.Σ.Ε. (Οργανισμός Σιδηροδρόμων Ελλάδος), Κ.Τ.Ε.Λ. (Κοινά Ταμεία Εισπράξεων Λεωφορείων) κλπ.
Η λέξη αρκτικόλεξο είναι σύνθετη λέξη και δημιουργείται από το αρκτικός (=αυτός που βρίσκεται στην αρχή) + λέξη.
Το ακρωνύμιο είναι επίσης σύνθετη λέξη και προκύπτει από το άκρος (=αυτός που βρίσκεται στην άκρη)+ -ωνύμιο (=επίθημα ως δεύτερο συνθετικό σε ουσιαστικά, που δηλώνει όνομα).
Η χρήση αρκτικόλεξων – ακρωνυμίων ξεκίνησε κυρίως από τις ανάγκες εξοικονόμησης χώρου στον Τύπο αλλά και χρόνου στον λόγο. Τα τελευταία χρόνια παρουσιάζει αυξητική τάση παγκοσμίως, κυρίως στον τομέα της τεχνολογίας. Μάλιστα, συχνά στον τεχνολογικό τομέα, συμβαίνει και το αντίθετο δηλαδή αρκτικόλεξα μετατρέπονται σε λέξεις. Όπως, για παράδειγμα, η λέξη μόντεμ (αγγλική modem) που είναι ακρωνύμιο της φράσης Modulator Demodulator.
Τα αρκτικόλεξα – ακρωνύμια άλλοτε διαβάζονται κατά φθόγγο (π.χ. ΟΗΕ που σημαίνει Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών) και άλλοτε κατά πλήρη προφορά των γραμμάτων (π.χ. Δ.Σ που σημαίνει Διοικητικό Συμβούλιο και διαβάζεται δέλτα – σίγμα). Η συνεχής χρήση τους ωστόσο αρκετές φορές δημιουργεί προβλήματα σύγχυσης, όπως στην περίπτωση του Δ.Σ που μπορεί να σημαίνει εκτός από Διοικητικό Συμβούλιο και Διπλωματικό Σώμα ή ακόμα Δημοτικό Συμβούλιο.
Πολλές φορές το αρκτικόλεξο, για λόγους ευκολότερης ή πιο εύηχης προφοράς, περιλαμβάνει – εκτός από τα αρχικά γράμματα μιας συστατικής λέξης – και φωνήεντα που ακολουθούν, π.χ. ΠΡΟ.ΠΟ. Επίσης, παρόλο που το ορθό είναι να χρησιμοποιείται τελεία μετά το αρχικό γράμμα κάθε λέξης ή συλλαβής, κάποιες φορές για λόγους ευκολίας η τελεία παραλείπεται.
Τα αρκτικόλεξα ή ακρωνύμια δεν πρέπει να συγχέονται με τις συντομογραφίες ή βραχυγραφίες. Για παράδειγμα, το βλ. είναι συντομογραφία του βλέπε.