Το φαγητό αποτελεί αναμφισβήτητα απαραίτητο στοιχείο για το ανθρώπινο σώμα. Πέρα από αυτό όμως αποτελεί και μέσο επικοινωνίας και κοινωνικοποίησης με τους γύρω μας.
Οικογενειακά γεύματα, επαγγελματικά δείπνα ή φαγητό με φίλους αποτελούν λίγες μόνο από τις περιπτώσεις στις οποίες συνηθίζουμε να γευματίζουμε με άλλα άτομα.
“Πολλές μελέτες αποδεικνύουν ότι η διατροφική μας συμπεριφορά επηρεάζεται άμεσα από τις κοινωνικές επιδράσεις που δεχόμαστε από τους συνδαιτυμόνες μας”, σημειώνει η κλινική διαιτολόγος – διατροφολόγος Φωτεινή Ρέβη. “Έως σήμερα λοιπόν γνωρίζαμε ότι “είμαστε ότι τρώμε”, μήπως όμως τελικά είμαστε και ό,τι τρώει ο διπλανός μας;”.
5 παράγοντες που μας ωθούν να τρώμε περισσότερο
Όσο πιο μεγάλη η παρέα, τόσο πιο πολύ τρώμε
Ένα αποτέλεσμα το οποίο έχει φανεί από την πλειοψηφία των ερευνών είναι ότι συνηθίζουμε να τρώμε πιο πολύ, όταν γευματίζουμε μαζί με τον/την σύντροφό μας, με συγγενείς ή φίλους, παρά όταν τρώνε μόνοι μας, ενώ η ποσότητα του φαγητού που καταναλώνουμε φαίνεται να αυξάνεται αναλογικά με το μέγεθος της παρέας.
Πολλοί μηχανισμοί είναι πιθανό να συμμετέχουν σε αυτή τη διαδικασία, με πιο σημαντικό τη μείωση της αντίληψης του αισθήματος κορεσμού λόγω της κοινωνικής αλληλεπίδρασης και της διέγερσης των συναισθημάτων.
Έχουμε τάσεις μιμητισμού
Χαρακτηριστικό είναι επίσης το γεγονός ότι η παρουσία ενός ή περισσοτέρων ατόμων δημιουργεί έντονες τάσεις μιμητισμού ως προς τη διατροφική κατανάλωση. Όπως γνωρίζουμε από την ψυχολογία, οι άνθρωποι τείνουν να μιμούνται πολλές πτυχές των ατόμων με τα οποία έρχονται σε αλληλεπίδραση, συμπεριλαμβανομένης της στάσης του σώματος, των χειρονομιών και του τρόπου ομιλίας.
Στο πεδίο της διατροφής ο μιμητισμός έχει ως αποτέλεσμα η εικόνα ενός ατόμου που τρώει μια μπουκιά φαγητό να πυροδοτεί την ίδια αντίδραση και στον διπλανό του. Έτσι έχουμε σχεδόν συγχρονισμό στην πρόσληψη τροφής.
Οι γυναίκες τρώνε λιγότερο, όταν στην παρέα είναι άντρες
Σημαντικό ρόλο διαδραματίζει επίσης το φύλο του συνδαιτυμόνα μας, η οικειότητα που αισθανόμαστε μαζί του και η φύση της σχέσης που έχουμε. Πιο συγκεκριμένα, οι γυναίκες συνηθίζουν να καταναλώνουν μικρότερες ποσότητες φαγητού, όταν η παρέα τους στο γεύμα είναι άντρες απ’ ό,τι όταν είναι άτομα του ίδιου φύλου.
Το ίδιο δεν φαίνεται να ισχύει και για τους άντρες, αφού σχετική έρευνα έδειξε ότι δεν επηρεάζονται οι διατροφικές τους επιλογές ανάλογα με το φύλο του συνδαιτυμόνα.
Μια εξήγηση γι΄ αυτή τη συμπεριφορά είναι ότι οι γυναίκες συνδέουν – όχι άδικα – τη θηλυκότητά τους με την πρόσληψη φαγητού, αφού από μελέτες αποδεικνύεται ότι γυναίκες που τρώνε λιγότερο είναι πιο αρεστές από εκείνες που τρώνε πολύ.
Η οικειότητα αυξάνει την κατανάλωση φαγητού
Όσον αφορά στην επίδραση της οικειότητας στην ποσότητα φαγητού που προσλαμβάνουμε, φαίνεται ότι τόσο οι γυναίκες όσο και οι άντρες τείνουν να καταναλώνουν λιγότερο φαγητό παρουσία ενός αγνώστου ή ενός ατόμου με το οποίο δεν έχουν αρκετή οικειότητα. Αυτό πιθανόν συμβαίνει επειδή στα πρώτα στάδια μιας γνωριμίας η επιθυμία μας να δημιουργήσουμε καλή εντύπωση μας οδηγεί σε πιο συγκρατημένη ενεργειακή πρόσληψη.
Αξίζει να σημειωθεί ότι σε σχετική έρευνα που πραγματοποιήθηκε φάνηκε πως οι γυναίκες, όταν τρώνε μαζί με τον σύντροφό τους, καταναλώνουν τη μεγαλύτερη ποσότητα φαγητού, ενώ στους άντρες αυτό συμβαίνει όταν βρίσκονται με τους φίλους τους.
Ο ρόλος του σωματικού βάρους
Ένας ακόμα παράγοντας που επιδρά στη διατροφική μας συμπεριφορά είναι το σωματικό μας βάρος αλλά και το σωματικό βάρος του ατόμου με το οποίο τρώμε μαζί. Μελέτη που πραγματοποιήθηκε με δείγμα υπέρβαρους και νορμοβαρείς (φυσιολογικού βάρους) νεαρούς κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα υπέρβαρα άτομα που γευμάτιζαν με ένα άλλο υπέρβαρο άτομο έτρωγαν περισσότερο απ’ ό,τι όταν ο διπλανός τους ήταν φυσιολογικού βάρους.
Στην πρώτη περίπτωση, φάνηκε πως όταν ένας υπέρβαρος γευματίζει μαζί με άλλο υπέρβαρο άτομο, έχει μειωμένες αναστολές, με αποτέλεσμα την κατανάλωση περισσότερου φαγητού. Αντιθέτως, άτομα με αυξημένο βάρος μπροστά στην παρουσία ενός νορμοβαρούς ή ενός μη οικείου ατόμου μειώνουν την ενεργειακή τους πρόσληψη.
Στους νορμοβαρείς δεν αποδείχτηκε κάτι αντίστοιχο, αφού η κατανάλωσή τους δεν επηρεάστηκε από το βάρος του άλλου ατόμου.
Καταλήγοντας, το συμπέρασμα που μπορούμε να εξάγουμε είναι ότι η διατροφική μας στάση γύρω από ένα τραπέζι είναι πολυδιάστατη και επηρεάζεται κυρίως από κοινωνικούς και ψυχολογικούς παράγοντες. Τα διατροφικά μας “πιστεύω” μάλλον παραμερίζονται και τη θέση τους παίρνουν τα συναισθήματα που έχουμε για τους συνδαιτυμόνες μας και η ανάγκη μας να είμαστε αποδεκτοί”.